Στις 0515 της 6ης Απριλίου 1941, χωρίς να τηρηθούν τα συνηθισμένα διπλωματικά έθιμα του τελεσιγράφου και της παροχής προθεσμίας για απάντηση, τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν ταυτόχρονα στο ελληνικό έδαφος και στη Νότια Γιουγκοσλαβία.
Την ίδια μέρα, αλλά ένα τέταρτο αργότερα από την έναρξη της επίθεσης, ο Γερμανός Πρεσβευτής στην Αθήνα, έδωσε στον Αλέξανδρο Κορυζή τον τότε ‘Έλληνα Πρωθυπουργό, διακοίνωση στην οποία διατυπώνονταν αστήρικτοι ισχυρισμοί, περί παραβίασης της ουδετερότητας από την ελληνική πλευρά και αναγγελλόταν η γερμανική εισβολή.
Την ίδια μέρα, αλλά ένα τέταρτο αργότερα από την έναρξη της επίθεσης, ο Γερμανός Πρεσβευτής στην Αθήνα, έδωσε στον Αλέξανδρο Κορυζή τον τότε ‘Έλληνα Πρωθυπουργό, διακοίνωση στην οποία διατυπώνονταν αστήρικτοι ισχυρισμοί, περί παραβίασης της ουδετερότητας από την ελληνική πλευρά και αναγγελλόταν η γερμανική εισβολή.
Ο ραδιοφωνικός σταθμός των Αθηνών, με την γνωστή του λιτότητα αλλά πλήρη μηνυμάτων γλώσσα, πληροφορούσε τον Ελληνικό λαό:
‘’…. Από της 0515 ο εν Βουλγαρία Γερμανικός Στρατός προσέβαλε όλως απροόπτως τα ημέτερα στρατεύματα επί της Ελληνοβουλγαρικής μεθορίου. Τα στρατεύματά μας αμύνονται του πατρίου εδάφους’’.
ΠΗΓΗ: http://syndesmos71.blogspot.com/2011/04/h-maxh-t-6-10-1941.html
Ένδεκα ήταν οι Γερμανικές Μεραρχίες που έκαναν την επίθεση, εμπειροπόλεμες και πλούσια εξοπλισμένες.
Από την δική μας πλευρά, τρεις μόνο Μεραρχίες με μικρή επάνδρωση και με το καλλίτερο υλικό τους, να έχει προωθηθεί στο Αλβανικό μέτωπο, όπου συνεχιζόταν ο άνισος, αλλά νικηφόρος αγώνας κατά της Ιταλίας.
Η οχυρωμένη τοποθεσία που ξεκίναγε από το όρος ΜΠΕΛΕΣ και έφθανε μέχρι τον ποταμό ΝΕΣΤΟ, η Γραμμή Μεταξά όπως λέγεται, αποτελούσε ένα αντιστάθμισμα, στην ανισότητα των δυνάμεων, αλλά η Γερμανική υπεροχή δεν έπαυε να είναι καταθλιπτική.
Η οχυρωμένη αυτή τοποθεσία, ξεκίναγε από την ανατολική όχθη του ΑΞΙΟΥ ποταμού και έφθανε, κατά μήκος της μεθορίου με Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία, μέχρι τις δυτικές όχθες του ΝΕΣΤΟΥ ποταμού.
Η οχυρωμένη αυτή τοποθεσία, ξεκίναγε από την ανατολική όχθη του ΑΞΙΟΥ ποταμού και έφθανε, κατά μήκος της μεθορίου με Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία, μέχρι τις δυτικές όχθες του ΝΕΣΤΟΥ ποταμού.
Στο μήκος της γραμμής αυτής, είχαν κατασκευασθεί από το 1936 και μέχρι τις παραμονές της γερμανικής εισβολής, σειρά μονίμων οχυρών, είκοσι ένα στον αριθμό, που παρουσίαζαν αξιόλογη μαχητική ισχύ, με την προϋπόθεση να επανδρωθούν και με τις προβλεπόμενες δυνάμεις του Στρατού.
Κάθε ένα από τα 21 οχυρά ήταν στην πραγματικότητα ένα περίκλειστο οχυρωματικό έργο, με δυνατότητα ολόπλευρης άμυνας, κατασκευασμένο βαθειά μέσα στο έδαφος από μπετόν, με ολμοβολεία, πυροβολεία, παρατηρητήρια, στεγανές εξόδους για την έξοδο του προσωπικού για αντεπιθέσεις, με υπόγειες στοές και θαλάμους, νοσοκομεία, αποθήκες, συστήματα αερισμού και φωτισμού.
Εδώ αξίζει να πούμε ότι όταν μετά την κατάρρευση της γραμμής Μεταξά, τα επισκέφθηκε, στα τέλη Μαΐου 1941, Γερμανική επιτροπή ειδικών για τις οχυρώσεις, διαπίστωσε ότι το σύστημα αυτό των οχυρώσεων, αποτελούσε τον χρυσό κανόνα μεταξύ του Γαλλικού συστήματος της γραμμής ΜΑΖΙΝΟ και των συστημάτων άλλων χωρών (Βελγίου, Γερμανίας) και ήταν το καταλληλότερο για την μορφολογία του Ελληνικού εδάφους.
Η αντίσταση των ανδρών των Οχυρών δεν κράτησε για πολύ.
Τέσσερεις μέρες μόνο.
Αλλά η αυτοθυσία τους και ο ηρωισμός τους, στοιχεία του Έλληνα παραμελημένα σήμερα – όχι από την επίσημη ιστορία, αλλά από τα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα που μας υποβάλλουν κατά όπως θέλουν τα θέματα επικαιρότητας – είχε αποτελέσματα.
Από Ελληνικής πλευράς: Νεκροί και τραυματίες 1.000
Από Γερμανικής πλευράς: 2.759 (νεκροί 555, τραυματίες 2.134, αγνοούμενοι 170).
Αντιγράφω από τις ‘’Αναμνήσεις του αξιωματικού του Ελληνικού Στρατού Γεωργίου Αποστολοπούλου (1910-1995), από την ηρωική μάχη του οχυρού Ιστίμπεη της Γραμμής Μεταξά (6-7 Απριλίου 1941)’’, όπως εσώθησαν από τον υιό του, Ανδρέα και που μπορούμε να το διαβάσουμε όλοι στην ιστοσελίδα http://pheidias.antibaro.gr/1940.htm . (σ.σ Ήδη έχει πέσει το Οχυρό Ιστίμπεη και όσοι από τους άνδρες συνελήφθηκαν, οδηγήθηκαν σε Στρατόπεδο αιχμαλώτων μέσα στη Βουλγαρία).
«« Το απόγευμα της 9ης Απριλίου, έρχεται στο στρατόπεδό μας, ένας Βούλγαρος Στρατηγός με το πολυτελέστατο αυτοκίνητό του. Με ύφος αύθάδες και υπεροπτικόν, ζητεί να γνωρίση τον Διοικητήν του οχυρού. Παρουσιάζεται ο Ταγματάρχης κ.ΠΙΚΟΥΛΑΚΗΣ έχοντας δια διερμηνέα τον εκ Σιδηροκάστρου καταγόμενον Ανθυπασπιστήν κ. Χαντζήν Δημήτριον. Ερωτά «Σεις βρεθήκατε παλικάρια να κλείσετε το δρόμο στους Γερμανούς; Δεν ξεύρατε ότι θα σας εσάρωναν και θα περνούσαν; Ημείς γιατί τ’ ανοίξαμε και επέρασαν;». Με ύφος υπερήφανον και σεμνόν ο κ.ΠΙΚΟΥΛΑΚΗΣ απαντά: «Αν είμεθα Βούλγαροι και ημείς θα επράτταμεν το ίδιο. Αλλά είμεθα Έλληνες. Η Ιστορία μας πουθενά δεν αναφέρει ότι Έλληνες παραδίδουν αμαχητί την Πατρίδα τους σε κανένα κατακτητή και δεν γίνονται εθελονταί σκλάβοι κανενός». Κατόπιν ο Βούλγαρος Στρατηγός ζητεί επιτακτικά ένα στέμμα από Ελληνικό Στρατιωτικό πηλήκιο δια ενθύμιον. Ο κ.ΠΙΚΟΥΛΑΚΗΣ απαντά: «Εγώ είμαι αιχμάλωτος των Γερμανών και όχι των Βουλγάρων. Στέμμα δεν σου δίδω. Αν θέλεις πάρε με την βία μόνος σου από ένα στρατιώτη στέμμα δια να δείξης εδώ την παληκαριά σου που δεν είχες το θάρρος να δείξης στο πεδίο της Μάχης» ! »»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου