frontistirio

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011


ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ: Γάμος και διαζύγιο στην Ελληνική Ιστορία



Αρχαία Ελλάδα «Η γυναίκα «κατοικούσε στον γυναικωνίτιν, το κλειδωμένο χώρο για γυναίκες στο επάνω πάτωμα του σπιτιού. Η απομόνωση μιας καθώς πρέπει γυναίκας ήταν τόσο μεγάλη, ώστε ένας αγωνιστικός δικηγόρος σ’ ένα δικανικό λόγο του μπόρεσε μάλιστα να αμφισβητήσει την ύπαρξη μιας γυναίκας (Δημοσθένης, 43,29 και 59, 120)». Ένας άνδρας της Αρχαίας Ελλάδας έχει πάντα το δικαίωμα να διώξει τη γυναίκα του, και όταν ακόμη δεν έχει τίποτε (μοιχεία, ανικανότητα) να την κατηγορήσει, ακόμα κι ενώ αυτή είναι σε εγκυμοσύνη. Το διαζύγιο ήταν πολύ απλό για τον άνδρα. Μια απλή δήλωση ενώπιον μαρτύρων ότι χωρίζει την γυναίκα του και αναλαμβάνει την υποχρέωση να επιστρέψει την προίκα της. Η γυναίκα επίσης έχει τυπικά δικαίωμα να ζητήσει διαζύγιο, όχι όμως για μοιχεία (διότι οι Αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν πως μόνο ο άντρας έχει τέτοιου είδους ελευθερία), αλλά π.χ. σε περιπτώσεις ξυλοδαρμού και γενικά άσχημης συμπεριφοράς προς αυτήν.

Όμως στην πράξη αφενός έπρεπε να αποδειχθούν οι κατηγορίες αυτές – πράγμα δύσκολο, αφού λίγοι έβλεπαν τη γυναίκα – αφετέρου η κοινή γνώμη των Αρχαίων Ελλήνων δεν πολυεκτιμούσε τις γυναίκες που χώρισαν με αυτόν τον τρόπο από τον άντρα τους. Στη Μηδεία ο Ευριπίδης λέει γι’ αυτές «Να αφήσουν τον άντρα τους δεν είναι πολύ τιμητικό για τις γυναίκες και δεν τους επιτρέπεται να τον διώξουν».

Η προίκα ήταν ένα είδος εγγύησης, ώστε να μην προχωρήσει ο άντρας σε διαζύγιο χάνοντας έτσι την προίκα της γυναίκας του, αλλά και να διαθέτει η γυναίκα πόρους για να ζήσει, εάν τη χώριζε ο σύζυγός της. Όμως, σε καμμιά περίπτωση η διαζευγμένη δεν αποκτούσε το δικαίωμα, μετά το διαζύγιο, να διαχειρίζεται όπως θέλει την προίκα-περιουσία της: «Κατά το διαζύγιο ή τη χηρεία έπρεπε να παραδοθεί η προίκα σε κείνον, ο οποίος θα φρόντιζε στο εξής τη γυναίκα. Κι αυτός ήταν ή η πατρική οικογένεια ή τα ίδια τα παιδιά της» (Carola Reinsberg, Γάμος, εταίρες και παιδεραστία στην αρχαία Ελλάδα, εκδ. Παπαδήμα, σ. 57). Επιπλέον, «Εάν ο σύζυγος καταδαπανούσε την περιουσία, είτε από φταίξιμο είτε όχι, η σύζυγος παρέμενε άπορη, σε περίπτωση που δεν την έπαιρναν μαζί τους οι συγγενείς της (Ισ., 8, 35)» (Carola Reinsberg, Γάμος, εταίρες και παιδεραστία στην αρχαία Ελλάδα, εκδ. Παπαδήμα, σ. 58).

Η Ελληνίδα λοιπόν δεν είχε την δυνατότητα να ενεργήσει ως ενήλικη και να πάρει αποφάσεις για τον τρόπο ζωής της, αφού όπως όριζε ο νόμος είχε σε όλη τη διάρκεια της ζωής ένα κηδεμόνα. Στη μόνη περίπτωση που μπορούσε να επέμβει ήταν στην ακύρωση του γάμου της. Αν και είχε τη δυνατότητα να παρουσιάσει μόνη της την αίτηση διαζυγίου της (αφού και ο νόμος το επέτρεπε) στον ανώτερο άρχοντα, τις περισσότερες φορές ενεργούσε για αυτήν κάποιος από τους συγγενείς της. Για την γυναίκα όμως χρειάζονταν δικαστική απόφαση. Τα παιδιά τα κρατούσε πάντα ο πατέρας.

Βέβαια δεν ήταν παντού τα ίδια. Το μεγαλύτερο ποσοστό για τα παραπάνω που γράφηκαν είναι για τις Αθηναίες γυναίκες. Στην αρχαία Σπάρτη για παράδειγμα τη πρώτη θέση στη ιεραρχία της οικογένειας κατείχε ο πατέρας, ή σε περίπτωση θανάτου ο πρωτότοκος γιος. Τα θηλυκά μέλη δεν είχαν ούτε κληρονομικά ούτε άλλα δικαιώματα. Το διαζύγιο ήταν άγνωστη λέξη. Οι άνδρες ήταν διαρκώς απασχολημένοι είτε με τους οικογενειακούς πολέμους είτε ενάντια στους εξωτερικούς εχθρούς. Αυτός ήταν και ο κυριότερος λόγος που ξεχώριζαν τα αρσενικά παιδιά, γιατί αποτελούσαν ασφάλεια για την οικογένεια και μέγιστη προσφορά στην πατρίδα σε καιρό πολέμου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου