frontistirio

Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2010

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ: Θουκυδίδου "Περικλέους Επιτάφιος" - Μεταγραφή στη Νεοελληνική


          
      Τον ίδιο, λοιπόν, χειμώνα οι Αθηναίοι κρατώντας το πατροπαράδοτο έθιμο, έθαψαν με δημόσια δαπάνη κατά τον εξής περίπου τρόπο αυτούς που σκοτώθηκαν πρώτοι κατά τη διάρκεια αυτού εδώ του πολέμου. Αφού κατασκευάσουν μια εξέδρα....

                                   Θοδωρής Τομαράς
                               Φιλόλογος - Φροντιστής

Μεταγραφή κεφ. 34

Τ
ον ίδιο, λοιπόν, χειμώνα οι Αθηναίοι κρατώντας το πατροπαράδοτο έθιμο, έθαψαν με δημόσια δαπάνη κατά τον εξής περίπου τρόπο αυτούς που σκοτώθηκαν πρώτοι κατά τη διάρκεια αυτού εδώ του πολέμου. Αφού κατασκευάσουν μια εξέδρα, εκθέτουν τα οστά των νεκρών για δύο μέρες και ο καθένας φέρνει στον δικό του, αν θέλει κάτι. Κι όταν γίνεται η εκφορά, άμαξες μεταφέρουν κυπαρισσένιες οστεοθήκες, μία για κάθε φυλή και τα οστά βρίσκονται μέσα στην οστεοθήκη της φυλής στην οποία ανήκε ο καθένας. Επίσης ένα στρωμένο φέρετρο μεταφέρεται στα χέρια άδειο για τους αφανείς που τυχόν δε θα βρεθούν για να τους περισυλλέξουν και να τους θάψουν. Και παίρνει μέρος στη νεκρώσιμη πομπή όποιος θέλει, και από τους πολίτες και από τους ξένους, και γυναίκες που είναι συγγενείς βρίσκονται δίπλα στον τάφο και κλαίνε. Τοποθετούν, λοιπόν, τις οστεοθήκες στο δημόσιο νεκροταφείο  που βρίσκεται στο καλύτερο προάστιο της πόλης και σ’  αυτό πάντα θάβουν τους νεκρούς που προέρχονται από τους πολέμους, εκτός βέβαια απ’  αυτούς που έπεσαν στον Μαραθώνα. Κι επειδή θεώρησαν την ανδρεία εκείνων ξεχωριστή, γι’  αυτό και τους έθαψαν εκεί (στο Μαραθώνα). Και μόλις τις σκεπάσουν (τις οστεοθήκες) με χώμα, άντρας εκλεγμένος από την πόλη, που θεωρείται ότι είναι πολύ συνετός και ξεχωρίζει σε κύρος εκφωνεί πάνω στον τάφο τους τον επαινετικό λόγο που ταιριάζει. Και ύστερα απ’  αυτό φεύγουν. ΄Ετσι, λοιπόν, τελούν την ταφή και σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, σε κάθε παρόμοια περίπτωση, τηρούσαν το έθιμο. Γι’  αυτούς εδώ λοιπόν τους πρώτους νεκρούς εκλέχτηκε να μιλήσει ο Περικλής, ο γιος του Ξανθίππου. Και όταν έφτασε η ώρα, αφού προχώρησε από τον τάφο και ανέβηκε σε βήμα που είχε κατασκευαστεί ψηλό για να ακούγεται σε όσο το δυνατόν περισσότερους από το συγκεντρωμένο πλήθος, έλεγε περίπου τα εξής.



Ο
 Μεταγραφή κεφ. 35

ι  περισσότεροι απ’  όσους έχουν μιλήσει εδώ ως τώρα επαινούν αυτόν που πρόσθεσε στο έθιμο της ταφής αυτόν εδώ τον επιτάφιο λόγο, γιατί κατά τη γνώμη τους είναι ωραίο να εκφωνείται αυτός προς τιμήν των νεκρών που θάβονται από τους πολέμους . Εγώ όμως, θα θεωρούσα ότι είναι αρκετό για άντρες που αναδείχθηκαν ανδρείοι με έργα, να εκδηλώνονται με έργα και οι τιμές, τέτοια που και τώρα βλέπετε ότι προετοιμάστηκαν με δημόσια φροντίδα γύρω απ’  αυτήν εδώ την ταφή, και να μην εξαρτάται η αξιοπιστία των ανδραγαθημάτων των πολλών (ανθρώπων) από έναν άνδρα, αν μιλήσει όπως τους αξίζει ή κατώτερα. Γιατί είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς με επιτυχία σε θέμα που με πολύ κόπο εξασφαλίζεται ακόμα και η εντύπωση ότι (ο ρήτορας) λέει την αλήθεια. Γιατί αυτός που έχει άμεση γνώση και είναι ευνοϊκός ακροατής θα νόμιζε ίσως ότι αυτά παρουσιάζονται κάπως κατώτερα από εκείνα που θέλει (να ακούσει) και γνωρίζει (ότι επράχθησαν), κι αυτός (πάλι) που δεν τα γνωρίζει θα νόμιζε (θα σχημάτιζε την ιδέα) ότι μερικά από φθόνο εξογκώνονται, αν ακούσει κάτι που ξεπερνά τη δύναμή του. Γιατί οι έπαινοι, όταν λέγονται για τους άλλους, είναι ανεκτοί ως αυτό το σημείο, που καθένας νομίζει ότι είναι ικανός να κάνει κάτι απ’  όσα άκουσε. Σε ό,τι όμως ξεπερνά τις δυνάμεις αυτών από φθόνο απ’  τη στιγμή εκείνη δυσπιστούν. Αφού όμως οι παλιοί έκριναν ότι αυτά στην πράξη αποδείχτηκαν ορθά, πρέπει κι εγώ, ακολουθώντας το νόμο, να προσπαθήσω να ικανοποιήσω, όσοτου δυνατόν περισσότερο του καθενός σας την  επιθυμία και την προσδοκία.


Μεταγραφή κεφ. 36

Θ
α αρχίσω λοιπόν από τους προγόνους πρώτα. Γιατί είναι δίκαιο και συγχρόνως ταιριαστό σε περίπτωση, όπως η σημερινή να δίνεται σ’  αυτούς η τιμή αυτή της μνημόνευσης (να μνημονεύονται). Γιατί κατοικώντας πάντοτε οι ίδιοι τη χώρα, καθώς η μια γενιά διαδεχόταν την άλλη, την παρέδωσαν σ’  εμάς με την ανδρεία τους ελεύθερη μέχρι σήμερα (μέχρι τις μέρες μας). Και εκείνοι λοιπόν είναι άξιοι επαίνου και ακόμα περισσότερο οι πατέρες μας. Γιατί, αφού απέκτησαν με πολύ μόχθο κοντά σ’  εκείνα που κληρονόμησαν όση εξουσία έχουμε (την ηγεμονία που έχουμε), την κληροδότησαν σε μας τους τωρινούς. Τους περισσότερους όμως τομείς αυτής της εξουσίας (=την εσωτερική ενδυνάμωση της ηγεμονίας) αναπτύξαμε εμείς εδώ οι ίδιοι που βρισκόμαστε λίγο πολύ σήμερα στην ώριμη ηλικία και προετοιμάσαμε την πόλη, ώστε να είναι πάρα πολύ αυτάρκης (να έχει απόλυτη αυτάρκεια) σε όλα και για τον πόλεμο και για την ειρήνη. Τα πολεμικά βέβαια κατορθώματα αυτών με τα οποία το καθένα κατακτήθηκε ή αν κάποτε εμείς οι ίδιοι ή οι πατέρες μας αποκρούσαμε με προθυμία κάποιον εχθρό βάρβαρο ή ΄Ελληνα επιδρομέα, θα τα παραλείψω, επειδή δε θέλω να μακρηγορήσω μπροστά σε ανθρώπους που τα γνωρίζουν καλά. Από ποιες όμως αρχές (ποιες αρχές σταθερά ακολουθώντας) φτάσαμε σ’ αυτό το σημείο ακμής και με ποιο πολίτευμα και με ποιους τρόπους ζωής έγιναν αυτά μεγάλα (δημιουργήθηκε αυτό το μεγαλείο), αυτά αφού παρουσιάσω πρώτα, θα έρθω και στον έπαινο αυτών εδώ (των νεκρών), γιατί νομίζω ότι στην προκειμένη περίπτωση πολύ ταιριαστά θα μπορούσαν να ειπωθούν αυτά και ότι είναι ωφέλιμο να τα ακούσει προσεκτικά όλο το συγκεντρωμένο πλήθος και των πολιτών και των ξένων.



Μεταγραφή κεφ. 37
Τ

ο πολίτευμα  που έχουμε δεν αντιγράφει τους νόμους των άλλων, αλλά πιο πολύ εμείς οι ίδιοι είμαστε παράδειγμα σε μερικούς, παρά μιμητές των άλλων. Και ως προς το όνομα έχει ονομαστεί δημοκρατία, επειδή η εξουσία δε βρίσκεται στα χέρια των ολιγαρχικών, αλλά του δήμου. Και έχουν όλοι τα ίδια δικαιώματα απέναντι στους νόμους ως προς τις ιδιωτικές τους διαφορές, για την προσωπική τους όμως επιβολή, όπως καθένας διακρίνεται σε κάποιον τομέα (ανάλογα με το πόσο διακρίνεται καθένας σε κάποιον τομέα) προτιμάται στα δημόσια αξιώματα όχι πιο πολύ από τη σειρά (από την κοινωνική τάξη), όσο από την προσωπική του ικανότητα, ούτε πάλι αν είναι φτωχός, εφόσον μπορεί να προσφέρει κάτι καλό στην πόλη, εμποδίζεται για την ασημαντότητα της κοινωνικής του θέσης. Τις σχέσεις μας με την πολιτεία τις διέπει η ελευθερία και στις καθημερινές μας (ιδιωτικές) απασχολήσεις είμαστε απαλλαγμένοι από καχυποψία μεταξύ μας, και δεν αγανακτούμε με τον γείτονά μας, αν κάνει κάτι όπως του αρέσει, ούτε παίρνουμε το ύφος πειραγμένου, πράγμα που δεν επιφέρει ποινή, όμως τον στενοχωρεί. Κι ενώ στις ιδιωτικές μας σχέσεις δεν ενοχλούμε ο ένας τον άλλο, στη δημόσια ζωή δεν παρανομούμε, κυρίως από εσωτερικό σεβασμό, υπακούοντας σ’  αυτούς που κάθε φορά διοικούν την πόλη και στους νόμους και προπαντός σε όσους απ’  αυτούς ισχύουν για την προστασία όσων αδικούνται και σε όσους, αν και είναι άγραφοι, προξενούν ωστόσο (στους παραβάτες) αναμφισβήτητη ντροπή.

Μεταγραφή κεφ. 38


Κ
αι πέρα απ’  αυτά φροντίσαμε και βρήκαμε και για τους κόπους πάρα πολλούς τρόπους ξεκούρασης για το πνεύμα μας, έχοντας τη συνήθεια να τελούμε από το ένα μέρος αγώνες και γιορτές με θυσίες που κρατούν όλο το χρόνο και χρησιμοποιώντας από το άλλο δικά μας νοικοκυριά φροντισμένα, από τα οποία η καθημερινή ευχαρίστηση διώχνει μακριά τη λύπη. Εισάγονται επίσης, λόγω του μεγέθους  (της δύναμης) της πόλης μας, όλα τα αγαθά (προϊόντα) από κάθε χώρα και συμβαίνει σ’  εμάς να εφοδιαζόμαστε με την ίδια ευκολία τα αγαθά που παράγονται εδώ με αυτά των άλλων ανθρώπων.

Μεταγραφή κεφ. 39

Δ
ιαφέρουμε επίσης από τους αντιπάλους μας και στην εκπαίδευση των πολεμικών στα εξής: και την πόλη μας δηλαδή παρέχουμε ανοιχτή σε όλους και σε καμιά περίπτωση δεν εμποδίζουμε κάποιον με απελάσεις των ξένων ή από μάθημα ή από θέαμα, που αν δεν το κρύβαμε και το έβλεπε κάποιος από τους εχθρούς μας θα μπορούσε να ωφεληθεί, γιατί έχουμε μεγάλη εμπιστοσύνη όχι στις πολεμικές προετοιμασίες και στα τεχνάσματα, παρά στην προσωπική μας γενναιοψυχία στην ώρα της μάχης. Και στο εκπαιδευτικό σύστημα εκείνοι με κοπιαστική άσκηση από την παιδική τους ηλικία επιδιώκουν να γίνουν ανδρείοι, ενώ εμείς, αν και ζούμε άνετα, με όχι κατώτερο φρόνημα βαδίζουμε προς τους ίδιο μεγάλους κινδύνους. Και να η απόδειξη. Ούτε δηλαδή οι Λακεδαιμόνιοι εκστρατεύουν εναντίον της χώρας μας μόνοι τους, αλλά με όλους τους συμμάχους τους και στη χώρα των άλλων όταν οι ίδιοι εισβάλουμε, αν και πολεμούμε σε ξένη χώρα, εύκολα νικάμε, τις περισσότερες φορές, αυτούς που αμύνονται για τη σωτηρία της χώρας τους. Και κανένας εχθρός δεν αντιμετώπισε ποτέ συγκεντρωμένη τη δύναμή μας, γιατί συγχρόνως και το ναυτικό φροντίζουμε και σε πολλά μέρη της στεριάς  στέλνουμε στρατό από εμάς τους ίδιους. Κι αν κάπου συγκρουστούν μ’  ένα μέρος (της δύναμής μας), αν νικήσουν μερικούς από εμάς, καυχιούνται ότι όλους μας έτρεψαν σε φυγή, κι αν νικηθούν, ότι ηττήθηκαν απ’  όλους εμάς μαζί. Και πράγματι αν θέλουμε πρόθυμοι να ριχνόμαστε στον κίνδυνο, ζώντας περισσότερο με άνεση παρά με επίπονη άσκηση και με ανδρεία που δεν πηγάζει τόσο από την επιβολή των νόμων όσο από τον τρόπο ζωής, μένει ως κέρδος σ’  εμάς και να μην κουραζόμαστε προκαταβολικά για τις δύσκολες στιγμές που είναι να έρθουν και, όταν έρθουμε σ’  αυτές, να μη φαινόμαστε λιγότερο τολμηροί απ’  αυτούς που πασχίζουν αδιάκοπα. Και γι’  αυτά λοιπόν και για  άλλα ακόμη ισχυρίζομαι ότι η πόλη μας είναι άξια να θαυμάζεται (άξια θαυμασμού).


Μεταγραφή κεφ. 40


Α
γαπόυμε το ωραίο με απλότητα (λιτότητα) και καλλιεργούμε το πνεύμα μας χωρίς μαλθακότητα. Και τον πλούτο τον χρησιμοποιούμε πιο πολύ ως ευκαιρία για κάποιο έργο παρά για κομπορρημοσύνη και δεν είναι ντροπή να παραδέχεται κανείς τη φτώχεια του, αντίθετα είναι ντροπή μεγαλύτερη να μην προσπαθεί να ξεφύγει απ’  αυτή με την εργασία. Και συμβαίνει εμείς οι ίδιοι να φροντίζουμε συγχρόνως για τις ιδιωτικές μας υποθέσεις και για τις δημόσιες, και ενώ ο καθένας μας καταγίνεται με διαφορετική απασχόληση (επάγγελμα), συμβαίνει να γνωρίζουμε ικανοποιητικά τα πολιτικά πράγματα. Γιατί μόνο εμείς θεωρούμε αυτόν που δε συμμετέχει καθόλου σ’  αυτά πολίτη όχι φιλήσυχο, αλλά άχρηστο και οι ίδιοι είτε διατυπώνουμε ορθές σκέψεις, είτε συλλογιζόμαστε σωστά για τις υποθέσεις της πολιτείας, γιατί νομίζουμε ότι τα λόγια δε βλάπτουν τα έργα, αλλά περισσότερο επιζήμιο είναι να μη διαφωτιστούμε νωρίτερα με τη συζήτηση, πριν προβούμε σε ενέργειες, για όσα πρέπει να γίνουν. Γιατί μας διακρίνει και σ’  αυτό εδώ κάτι το ξεχωριστό, ώστε οι ίδιοι δηλαδή και να τολμούμε πάρα πολύ να υπολογίζουμε με ακρίβεια τις συνέπειες για όσα θα επιχειρήσουμε. Ενώ αντίθετα στους άλλους η άγνοια των κινδύνων φέρνει αλόγιστο θάρρος, ενώ η γνώση δισταγμό (δειλία). Και στο φρόνημα δίκαια θα μπορούσαν να θεωρηθούν πάρα πολύ δυνατοί εκείνοι που γνωρίζουν με πάρα πολλή σαφήνεια τους κινδύνους του πολέμου και τις απολαύσεις της ειρήνης, κι όμως γι’  αυτό, δεν προσπαθούν να αποφύγουν τους κινδύνους. Και στα ζητήματα της ευεργετικής διάθεσης είμαστε αντίθετοι με τους πολλούς. Γιατί αποκτούμε τους φίλους όχι με το να ευεργετούμαστε, αλλά με το να ευεργετούμε. Και ο ευεργέτης είναι πιο σταθερός, εφόσον επιδιώκει να παραμένει η ευγνωμοσύνη του ευεργετημένου με τη συμπάθεια που δείχνει σ’  αυτόν. Ενώ αντίθετα ο ευεργετημένος είναι πιο απρόθυμος, γιατί γνωρίζει ότι θα ανταποδώσει την ευεργεσία, όχι για να του χρωστούν ευγνωμοσύνη, αλλά για εξόφληση χρέους. Και μόνοι εμείς ωφελούμε χωρίς φόβο κάποιον, όχι τόσο από υπολογισμό του συμφέροντός μας, όσο από φιλελεύθερο φρόνημα.

Μεταγραφή κεφ. 41


Σ
υνοψίζοντας λοιπόν, λέω ότι η πόλη μας σε όλες τις εκδηλώσεις της είναι σχολείο της Ελλάδας και ότι ο κάθε πολίτης από εμάς, μου φαίνεται ότι θα μπορούσε να παρουσιάσει ο ίδιος τον εαυτό του αυτοδύναμο σε πάρα πολλές δραστηριότητες με την πιο μεγάλη χάρη και με ευστροφία. Και ότι αυτά εδώ δεν είναι καυχησιολογίες για την παρούσα στιγμή πιο πολύ, παρά η πραγματική αλήθεια, η ίδια η δύναμη της πόλης που την αποκτήσαμε μ’  αυτούς τους τρόπους ζωής το φανερώνει. Γιατί μόνο αυτή από τις τωρινές πόλεις βγαίνει από τη δοκιμασία ανώτερη από τη φήμη της, και μόνο αυτή, ούτε στον εχθρό - όταν της επιτεθεί - δίνει το δικαίωμα να αγανακτήσει από τι ανάξιους εχθρούς νικιέται, ούτε στους συμμάχους (δίνει το δικαίωμα) να παραπονεθούν ότι τάχα εξουσιάζονται από ανάξιους. Και αφού παρουσιάσαμε τη δύναμή μας με μεγάλες απτές αποδείξεις και όχι βέβαια χωρίς μάρτυρες, θα θαυμαζόμαστε και από τους συγχρόνους και από τους μεταγενέστερους και χωρίς να έχουμε ανάγκη καθόλου ούτε από έναν ΄Ομηρο για να μας επαινέσει, ούτε από κάποιον άλλον, που με τα λόγια του θα δώσει μια πρόσκαιρη χαρά, την ιδέα όμως που θα σχηματιστεί (αργότερα) για τα έργα η αλήθεια θα τη βλάψει, αλλά επειδή αναγκάσαμε κάθε θάλασσα και στεριά να γίνει πέρασμά μας στην τόλμη μας και επειδή στήσαμε μαζί παντού μνημεία αιώνια και για τις συμφορές μας και για τις νίκες μας. Για μια τέτοια λοιπόν πόλη αυτοί εδώ, επειδή πίστευαν ότι ήταν καθήκον τους να μη χαθεί αυτή, πολεμώντας γενναία σκοτώθηκαν, και είναι φυσικό ο καθένας απ’  όσους μένουν στη ζωή να θέλει να μοχθεί με προθυμία για χάρη της.

Μεταγραφή κεφ. 42
                        
Γ
ι’  αυτό ακριβώς και μίλησα εκτενώς για όσα αφορούν την πόλη, γιατί θέλησα να κάνω κατανοητό ότι εμείς δεν αγωνιζόμαστε για πράγματα ίσης σημασίας μ’  αυτούς που τίποτε από αυτά δεν έχουν όμοιο, και ταυτόχρονα γιατί θέλησα να καταστήσω φανερό με αποδείξεις τον έπαινο αυτών προς τιμή των οποίων τώρα μιλάω. Και έχουν πραγματικά ειπωθεί τα πιο σημαντικά μέρη αυτού του επαίνου. Γιατί με όσα την πόλη ύμνησα, τα ανδραγαθήματα αυτών εδώ και των ομοίων τους τη στόλισαν και για όχι πολλούς από τους ΄Ελληνες, όπως ακριβώς γι’  αυτούς εδώ (τους νεκρούς), θα φαινόταν ο έπαινος ισάξιος των έργων τους. Και μου φαίνεται ότι δείχνει ο τωρινός θάνατος αυτών εδώ ανδραγαθία, είτε είναι το πρώτο φανέρωμα, είτε η τελική επισφράγιση. Γιατί και στην περίπτωση όσων από κάθε άλλη άποψη είναι κακοί, είναι δίκαιο να κρίνεται σπουδαιότερη από  ο,τιδήποτε άλλο η ανδραγαθία που δείχνουν στους πολέμους για χάρη της πατρίδας. Γιατί, αφού ξέπλυναν με την ανδραγαθία τους τα ηθικά τους παραπτώματα, περισσότερο ωφέλησαν την κοινή υπόθεση απ’  όσο την έβλαψαν με τα προσωπικά τους (παραπτώματα). Κι απ’  αυτούς εδώ, ούτε κάποιος έδειξε δειλία, επειδή προτίμησε την απόλαυση πλούτου για περισσότερο χρόνο, ούτε με την ελπίδα που δίνει η φτώχεια, ότι δηλαδή θα μπορούσε να πλουτίσει αυτή τη φορά, αν γλίτωνε απ’  αυτή, προσπάθησε να αναβάλει την αντιμετώπιση του κινδύνου. Αντίθετα, επειδή θεώρησε την τιμωρία των εχθρών πιο ποθητή απ’  αυτά και ταυτόχρονα επειδή έκριναν αυτόν εδώ τον κίνδυνο τον ωραιότερο από τους κινδύνους, αποφάσισαν με αυτόν (τον κίνδυνο) αυτούς (τους εχθρούς) να εκδικηθούν, ενώ αυτά (τα αγαθά που προανέφερα) να τα επιθυμούν, γιατί εμπιστεύτηκαν στην ελπίδα την αβέβαιη έκβαση του αγώνα, όμως θεωρούσαν υποχρέωσή τους μέσα στη μάχη να στηριχτούν στον εαυτό τους γι’  αυτό που είχαν μπροστά στα μάτια τους και μέσα σ’  αυτόν (τον κίνδυνο της μάχης), επειδή προτίμησαν να αντισταθούν και να πεθάνουν παρά να σωθούν υποχωρώντας, απέφυγαν βέβαια τη ντροπή να τους λένε δειλούς, όμως ανέλαβαν τον αγώνα δίνοντας τη ζωή τους, και σε μια ελάχιστη κρίσιμη ώρα, καθώς κρινόταν η ζωή τους από την τύχη, απαλλάχτηκαν περισσότερο από την κατηγορία ότι νιώθουν φόβο, παρά από το φόβο (ή έφυγαν από τη ζωή με την ελπίδα της νίκης, παρά με το  φόβο της ήττας).


Μεταγραφή κεφ. 43

Κ
αι αυτοί εδώ, όπως ταιριάζει στην πόλη, τέτοιοι αναδείχτηκαν, εσείς όμως που απομένετε στη ζωή πρέπει να εύχεστε το φρόνημά σας εναντίον των εχθρών να σας φέρει μικρότερο κίνδυνο, όμως να μην ανεχτείτε να είναι ατολμότερο, υπολογίζοντας όχι μόνο με τη λογική την ωφέλεια, την οποία θα μπορούσε κάποιος να την εκθέσει διεξοδικά σ’  εσάς που οι ίδιοι τα ξέρετε καλύτερα, λέγοντας πόσα καλά υπάρχουν στο ν’  αποκρούει κανείς τους εχθρούς, αλλά περισσότερο παρατηρώντας με θαυμασμό τη δύναμη της πόλης καθημερινά στην πράξη (στα έργα της) και αγαπώντας την σαν εραστές της και όταν σας φανεί ότι είναι μεγάλη, συλλογιζόμενοι ότι τα απέκτησαν αυτά άνδρες που ήταν τολμηροί και ήξεραν τι έπρεπε να κάνουν (το χρέος τους) και που στη μάχη ένιωθαν ντροπή (να μην κάνουν το καθήκον τους) και αν καμιά φορά αποτύχαιναν σε μια προσπάθειά τους, δεν επέτρεπαν στον εαυτό τους να στερήσουν την πόλη από τη δική τους ανδρεία, αλλά την προσέφεραν σ’  αυτή σαν την πιο ωραία συνεισφορά. Γιατί προσφέροντας όλοι μαζί τη ζωή τους, κέρδιζαν ο καθένας προσωπικά τον αγέραστο έπαινο και τον τάφο περίλαμπρο, όχι τόσο αυτόν στον οποίο κείτονται, αλλά εκείνον στον οποίο η δόξα τους παραμένει και μνημονεύεται αιώνια σε κάθε ευκαιρία που παρουσιάζεται είτε δημηγορίας, είτε μάχης. Γιατί των μεγάλων ανδρών ολόκληρη η γη είναι τάφος και δεν το δηλώνει μόνο η επιγραφή μιας στήλης στη γενέτειρά τους, αλλά και στην ξένη χώρα ζει μέσα στην ψυχή του καθενός άγραφη η θύμηση, όχι τόσο των ανδραγαθημάτων τους, όσο του φρονήματός τους. Αυτούς τώρα εσείς, αφού τους μιμηθείτε και θεωρήσετε ότι ευδαιμονία σημαίνει ελευθερία και ελευθερία σημαίνει ευψυχία (γενναιότητα), μη δειλιάσετε μπροστά στους πολεμικούς κινδύνους. Γιατί αυτοί που δυστυχούν και στους οποίους δεν υπάρχει ελπίδα καλού, δε θα αψηφούσαν τη ζωή τους πιο δίκαια, αλλά εκείνοι στους οποίους υπάρχει φόβος, αν συνεχίσουν να βρίσκονται στη ζωή, να μεταβληθεί ριζικά η καλή κατάστασή τους και για τους οποίους η διαφορά θα είναι πολύ μεγάλη αν αποτύχουν σε κάτι. Γιατί για τον άνδρα που έχει φιλότιμο είναι πιο οδυνηρή η εξαθλίωση που προέρχεται από τη δειλία στη μάχη, παρά ο θάνατος που έρχεται ανεπαίσθητα σε στιγμή έξαρσης της δύναμης και της κοινής προσδοκίας.


Μεταγραφή κεφ. 44

Γ
ι’  αυτό ακριβώς και τους γονείς αυτών εδώ τώρα, όσοι είστε παρόντες, δεν κλαίω τόσο, όσο θέλω να σας παρηγορήσω. Γιατί γνωρίζετε ότι η ζωή τους πέρασε μέσα από κάθε είδους αλλαγές της τύχης. Και η ευτυχία είναι τούτο: σ’  όσους η μοίρα δώσει τον πιο ένδοξο θάνατο, όπως τώρα σ’  αυτούς εδώ και την πιο ένδοξη λύπη (πένθος), όπως σ’  εσάς, και σε όσους η ζωή τους παίρνει τέλος τη στιγμή που τελειώνει και η ευτυχία τους. Ξέρω βέβαια ότι είναι δύσκολο να σας πείσω γι’  αυτούς που πολλές φορές θα έχετε αφορμές θύμησης στις ευτυχισμένες στιγμές των άλλων, για τις οποίες κάποτε κι εσείς οι ίδιοι χαιρόσαστε. Και λυπάται κανείς, όχι για αγαθά που στερείται χωρίς να τα δοκιμάσει, αλλά αν τυχόν χάσει αγαθά, που είχε συνηθίσει να απολαμβάνει. Πρέπει όμως να δείχνετε καρτερία και με την ελπίδα ότι θα αποκτήσετε άλλα παιδιά, όσοι είστε ακόμα σε ηλικία που μπορείτε να κάνετε παιδιά. Γιατί και στην ιδιωτική ζωή τα παιδιά που θα γεννηθούν, θα κάνουν μερικούς να ξεχάσουν αυτά που δεν υπάρχουν πια και στην πόλη αυτό θα είναι ωφέλιμο από δύο απόψεις, δηλαδή και γιατί δε θα ερημώνεται από ανθρώπους και γιατί θα είναι ασφαλής. Γιατί δεν είναι δυνατόν να αποφασίζουν κατά τον ίδιο τρόπο και δίκαια όσοι τυχόν δεν μπαίνουν σε κίνδυνο προσφέροντας τα παιδιά τους ως στρατιώτες. Κι όσοι πάλι είστε περασμένης ηλικίας και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σας το περάσατε ευτυχισμένοι, να το θεωρείτε κέρδος και τη ζωή που σας μένει να θεωρείτε ότι θα είναι σύντομη και να παρηγορείστε με τη δόξα αυτών εδώ. Γιατί η αγάπη για τις τιμές είναι το μόνο αγέραστο και στην ηλικία κατά την οποία ο άνθρωπος δε μπορεί να προσφέρει τίποτε (στα γεράματα), δε δίνει μεγαλύτερη ευχαρίστηση το κέρδος, όπως ισχυρίζονται μερικοί, αλλά το να τον τιμούν.

Μεταγραφή κεφ. 45
                                                                                                                                     

γ
ια τους γιους εξάλλου αυτών εδώ, όσοι είστε παρόντες, ή για τους αδελφούς, βλέπω τον αγώνα δύσκολο (γιατί εκείνον που δε ζει ο καθένας συνηθίζει να τον επαινεί) και πολύ δύσκολα, ακόμη και αν δείξετε μοναδική ανδρεία θα σας κρίνουν κάπως κατώτερους, ουδέποτε ισάξιους. Γιατί επικρατεί φθόνος μεταξύ των ζωντανών προς τους ανταγωνιστές τους, ενώ εκείνοι που δε στέκονται εμπόδιο τιμούνται με αναμφισβήτητη εύνοια. Κι αν ακόμα πρέπει να κάνω κάποια μνεία και για την αρετή των γυναικών, όσες τώρα θα μείνουν χήρες, με μια σύντομη παραίνεση θα τα πω όλα. Μεγάλη θα είναι η δόξα σ’  εσάς να μη φανείτε κατώτερες από τη γυναικεία σας φύση και μεγάλη θα είναι η δόξα αυτής, που θα ακουστεί λιγότερο τ’  όνομά της επαινετικά ή ντροπιασμένα ανάμεσα στους άνδρες.


Μεταγραφή κεφ. 46

΄Ε
χουν ειπωθεί κι από μένα με το λόγο μου σύμφωνα με το νόμο, όσα θεωρούσα κατάλληλα, και έχουν αφενός τιμηθεί ήδη με έργα αυτοί που θάβονται, και αφετέρου τα παιδιά τους θα αναθρέψει η πόλη με δημόσια δαπάνη από σήμερα μέχρι να γίνουν έφηβοι, καθορίζοντας και γι’  αυτούς εδώ και για όσους είναι στη ζωή ένα ωφέλιμο βραβείο για τους αγώνες αυτού του είδους. Γιατί όπου έχουν οριστεί πολύ μεγάλα έπαθλα για την ανδρεία, εκεί αναδεικνύονται και οι πιο καλοί πολίτες. Και τώρα, αφού αποτελειώσει ο καθένας σας το θρήνο στο συγγενή του, πηγαίνετε στα σπίτια σας.



Μεταγραφή κεφ. 47

Κατά τέτοιον τρόπο έγινε η τελετή του ενταφιασμού αυτόν το χειμώνα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου