frontistirio

Παρασκευή 30 Μαρτίου 2012

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΦΑΓΕΣ ΤΗΣ ΧΙΟΥ

     Στις 2 Απριλίου 1822, ανήμερα το Πάσχα, άρχισε η μεγάλη σφαγή. Δεκαπέντε χιλιάδες Τούρκοι έφτασαν στο μοναστήρι του Αγίου Μηνά όπου είχαν καταφύγει 5.000 Χιώτες και τους κατέσφαξαν. Η Νέα Μονή έγινε ο τάφος 2.300 Χριστιανών. Τα τραγικά γεγονότα προκάλεσαν εκδηλώσεις συμπάθειας και διαμαρτυρίας σε όλη την Ευρώπη και ενέπνευσαν πολλούς καλλιτέχνες.

Γράφει η ΜΑΡΙΑ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΓΙΑΤΡΑΚΟΥ Δ.Φ.


    30 Μαρτίου, Μεγάλη Πέμπτη, ο Καρά Αλής βρισκόταν στις βόρειες ακτές της Χίου, με ισχυρότατο στόλο 34 πλοίων (46 κατά τον Κουτσονίκα), ενώ ματαίως το Μινιστέριον των Ναυτικών ζητούσε την επομένη βοήθεια από τα ναυτικά νησιά.
   Ο Καστάνης μας περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τα συμβάντα. Εγκατέλειψαν οικογενειακώς την Παναγία την Λατομήτισσα και κατέφυγαν στην ασφυκτικά γεμάτη από εντοπίους Καθολικούς και Έλληνες της Ιωνίας οικία του Άγγλου προξένου και με άλλες τρεις οικογένειες οδηγήθηκαν στον σταύλο της. Στον δρόμο, είδαν την κολοσσιαία τουρκική αρμάδα να προχωρεί, επτά πλοία να προπορεύονται ως τέρατα της θαλάσσης, είκοσι έξι φρεγάτες και κορβέτες συνοδευόμενες από μικρότερα σκάφη και αναρίθμητες βάρκες. Ο βομβαρδισμός άρχισε. Η γη σείστηκε, το φρούριο εξαπέλυσε από τις πολεμίστρες του την οργή του. Η φωτιά εμαίνετο από σπίτι σε σπίτι. Κραυγές ακούγονταν κι ο καπνός ανέβαινε στον ουρανό. Αθώες οικογένειες έκραζαν για έλεος. Οι Τούρκοι, βοηθούμενοι από μηχανικούς της Δύσης, ασκήθηκαν στο πυροβολικό, Μουσουλμάνοι και πολιτισμένοι Ευρωπαίοι ενωμένοι έδωσαν ένα δείγμα της μοχθηρίας τους.
     Οι κάτοικοι σε κατάσταση αλλοφροσύνης κρύβονταν ή έσπευδαν να σωθούν. Οι Τούρκοι προχωρούσαν λυσσαλέα στο έργο της καταστροφής και της σφαγής.

    Είκοσι και περισσότεροι Τούρκοι που ελευθερώθηκαν από τους τάφους όπου είχαν κρυφτεί από τους Καθολικούς, εξαιτίας της οργής των Σαμίων, μπήκαν στο λεπροκομείο και έσφαξαν τους ενοίκους, δηλ. τους λεπρούς, προκαλώντας ένα χείμαρρο αίματος, ο οποίος έρεε από το κατώφλι.
    Αφηγούμενος τα της σφαγής της Χίου ο Ανδρέας Μάμουκας, αναφέρει: «...κατ’ ακρίβειαν ποτέ κανείς δεν ήθελέ σε την ιστορήση, μόνος την εννοείς εάν συλλογισθής, ότι εκεί η γη και ο ουρανός είδον να πράττωνται επάνω εις την ανθρωπότητα θηριωδέστερα των όσα εις τίγρεις, παρδάλεις και σ’ άλλα αιμοβόρα θηρία της Αφρικής υπαγορεύει η άλογος μανία κατά των ομοφύλων τους ζώων...».
    «Ατυχώς, 40 σαμιακά πλοία ήταν αραγμένα στο Κοντάρι και το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης έφυγον όσον τάχιστα, μ’ όσους επρόφθασαν να λάβουν εντοπίους τους, μη θελήσαντες να δεχθούν κανέναν Χίον, μαζί τους.
   »Έτσι οι Τούρκοι εξήλθον το εσπέρας της Μεγάλης Παρασκευής. Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου επληθύνθησαν. Η χώρα ήταν ήδη υπό την εξουσίαν τους. Άρχισαν να λεηλατούν πρώτον τα σπίτια της Χώρας, έπαιρναν ό,τι τους άρεσε και έπειτα έκαιαν τα σπίτια. Αποτεφρώθηκε και η ωραία Βιβλιοθήκη του σχολείου με όλην την οικοδομήν. Στη συνέχεια προχώρησαν στον Κάμπον. Όσους Χίους συναντούσαν τους σκότωναν. Έσφαζαν, έκαιαν, λεηλατούσαν τα πάντα. Γέροντες, άνδρες, γυναίκες θανατώνονταν, νέοι από 15 χρόνων και άνω, βρέφη αποσπώμενα από τας αγκάλας των μητέρων τους, άλλα ερίπτοντο εις την θάλασσαν, άλλα εις τα όρη. Όσοι ενόμισαν, ως τέλος των δεινών τους, την προσκύνησιν των Τούρκων, έλαβον αξιοθρήνητον τέλος. Νέοι από 20 έως 28 χρόνων, χείρα με χείρα δεμένοι, εσχημάτιζον ορμαθούς, έχοντες προ του θανάτου εζωγραφισμένον εις το πρόσωπον τον θάνατον. Οι οιμωγές τους έκαναν ν’ αντηχή ο τόπος. Υπέρ τον έναν μήνα συνεχίσθηκε αυτό. Από όσους συνελάμβαναν άλλους τους έσφαζαν αμέσως και τους έκαιαν μετά τη σφαγή. Σε όποιον δρόμο κι αν εβάδιζεν κανείς σπανίως έβλεπε δύο λεπτών διάστημα κενόν, χωρίς να απαντήση πτώματα το εν μετά το άλλο. Κατά το νότιον μέρος της πόλεως δεν έμεινεν δρόμος κενός χωρίς νεκρούς, σπάνιες οικίες που να μην είχαν καεί, μέρος απότιστον από αίμα. Στους ανθρώπους των Μαστιχοχωρίων έδειξαν οι Τούρκοι σκόπιμη ημερότητα, για να τους προδίδουν όσους κατέφευγαν στα μέρη τους.
   »Αντίσταση γενναία στους Τούρκους, λέγεται ότι πρόβαλαν οι κάτοικοι του Βροντάδου και των Καρδαμύλων.
   »Εβραίοι, Αρμένιοι, Φράγκοι, ενέπαιζαν τους δυστυχείς Χίους συμπράττοντες με τους Οθωμανούς και λέγοντας χλευαστικά στους άτυχους Έλληνας: “Ελευθερία, ελευθερία, πάρε την ελευθερία σου από το γιαταγάνι”»4.
   Αρκετές χιλιάδες Χίοι είχαν καταφύγει εκεί περιμένοντας την άφιξη φιλικών σκαφών που δεν εμφανίστηκαν όμως. Μερικοί ήταν σφαγμένοι στην ξηρά, άλλοι στο νερό όπου πνίγηκαν ή σουβλίστηκαν, το ιππικό τους ποδοπάτησε, κι οι στρατιώτες του πεζικού τους κατέκαψαν. Οι σωροί των νεκρών εκτόξευαν ρυάκια αίματος, που έβαφαν το κύμα πορφυρό, με βαρύ ερυθρό χρώμα.
   Οι Εβραίοι βοηθούν τους Τούρκους στην ανακάλυψη και στη σφαγή των αθώων Χίων. Μερικοί αιχμάλωτοι διατηρούνται για να λειτουργούν σαν οδηγοί υπό την απειλή του θανάτου. Στην ακροθαλασσιά ανακαλύπτονταν πολλοί φυγάδες να κείτονται πολλές ημέρες βυθισμένοι εν μέρει στο νερό. Η τυχαία άφιξη του Έλληνα ναυάρχου Τομπάζη συνέβαλε στη διάσωση πολλών ψυχών.
Σατανικό τέχνασμα
   Ο Καρά Αλής σχεδίασε επίσης ένα άλλο απαράμιλλο, σατανικό θα λέγαμε, τέχνασμα. Συγκάλεσε τους Ευρωπαίους προξένους και τους παρακάλεσε να αναγγείλουν δημοσία την κατάπαυση της σφαγής όλων των Χίων, λέγοντάς τους να τους προσκαλέσουν να βγουν από τους κρυψώνες τους, να επιστρέψουν στην πόλη και στα χωριά τους. Ατυχώς οι πρόξενοι δέχθηκαν το προδοτικό έργο και σηκώνοντας τις σημαίες τους περιφέρονταν σε ολόκληρο το νησί σε κάθε σπήλαιο και βράχο, κάθε βουνό και κάθε απόκρημνο μέρος και σάλπισαν την ευσπλαχνία των Μουσουλμάνων. Οι δυστυχείς Χίοι άφηναν τους κρυψώνες τους χαροποιημένοι από την ψεύτικη ελπίδα ότι θα σώζονταν, τουλάχιστον από τη σφαγή.
   Είχαν περισσότερη εμπιστοσύνη στις υποσχέσεις των πληρεξουσίων του Χριστιανισμού παρά στις υποσχέσεις του ναυάρχου.
    Μ’ αυτή την εμπιστοσύνη όλοι οι πρόσφυγες εκτός από εκείνους που ήταν στα βόρεια του νησιού έστειλαν επτακόσιους προύχοντες να πέσουν στα πόδια του Καρά Αλή, ελπίζοντας ότι το έργο της σφαγής θα σταματούσε εκείνη τη νύχτα. Αλλά την ίδια νύχτα ο ναύαρχος κρέμασε και τους επτακόσιους προύχοντες στα κατάρτια του στόλου και έδωσε το σήμα της σφαγής όλων όσοι ζούσαν ακόμη.
   Την Κυριακή του Πάσχα η εχθρική δύναμη, 15.000 συνολικά άνδρες (κατά τον Σπηλιάδη 13.000) προχώρησαν προς το μοναστήρι του Αγίου Μηνά, όπου κατέσφαξαν και πυρπόλησαν πέντε χιλιάδες Χίους. Μερικά από τα κρανία των Χίων αυτών, σημαδεμένα από τα μοχθηρά κτυπήματα, μεταφέρθηκαν από ταξιδιώτες ακόμη και στην Αμερική για να δείξουν σε όλους την προδοσία των Τούρκων και των Ευρωπαίων συνενόχων τους.
   Η βυζαντινή Νέα Μονή, κτισμένη από τον Κωνσταντίνο τον Μονομάχο, έγινε ο τάφος δύο χιλιάδων τριακοσίων Χριστιανών. Ο περικαλλής εκείνος ναός κάηκε και οι θησαυροί του λεηλατήθηκαν.
   «Μέσα στο φρούριο, η μοχθηρή Υψηλότης, ο πασάς, περίμενε την επιστροφή των συμμοριών των επιδρομέων. Οι αξιωματικοί τήρησαν την αυστηρή διαδικασία, να διαβιβάσουν στον σουλτάνο δείγματα της καταστρεπτικής τους φιλοπονίας. Δόθηκε επιχορήγηση για τα κεφάλια που θα έκοβαν και κάθε γραφέας κατέγραφε στο ημερολόγιο της τυραννίας, κατά τη συνήθεια. Για να προλάβουν την απάτη, έκοβαν τα αυτιά από τα κεφάλια και κατόπιν τα διατηρούσαν στην άλμη και τα τοποθετούσαν σε βαρέλια. Τα έστελναν στον σουλτάνο ως απόδειξη της υποταγής τους ή ως δελτία της επιτυχίας τους. Ιδιαίτερη τιμή δινόταν αν τα επαναστατικά κεφάλια ανήκαν σε διακεκριμένους αρχιεπισκόπους, άρχοντες ή κληρικούς... Χίλια διακόσια κεφάλια είχαν ήδη καταγραφεί στην ιστορία της αμοιβής που δόθηκε για τον καθ’ ένα. Οι νέοι, βλέποντας τους τυράννους τους αδυσώπητους και υπακούοντας στην προσταγή των μητέρων τους, έπεσαν ως μάρτυρες, προτιμώντας ένα δοξασμένο θάνατο παρά μια άχαρη αποστασία. Τα θύματα διατάζονταν να γονατίσουν. Γονατίζοντας ο κάθε μάρτυρας αναφωνούσε: “Μνήσθητί μου, Κύριε”! Ενώ αυτός έλεγε αυτά τα λόγια, το γιαταγάνι έπεφτε επάνω στον λαιμό του, αποκόπτοντάς τον μ’ ένα κτύπημα τόσο ξαφνικό, ώστε η γλώσσα εξακολουθούσε να κινείται. Τότε ο Τούρκος έφερε ψυχρά το σπαθί στα χείλη του, σκουπίζοντας το αίμα με το στόμα του».
   Τέλος ο ναύαρχος αποφάσισε να εκτελέσει τους ομήρους που του είχαν παραδοθεί ένα χρόνο πριν. Την 4η Μαΐου, ο αρχιεπίσκοπος Πλάτων, με πενήντα άλλους οδηγήθηκαν για εκτέλεση. Χάριν πρωτοτυπίας, για μια γενική εκτέλεση, ικριώματα ανυψώθηκαν, ώστε όλοι να αφανισθούν συγχρόνως . Οι Εβραίοι προθυμοποιήθηκαν να σύρουν τα πτώματα στη θάλασσα με κάθε περιφρόνηση. Αυτή ήταν η νίκη των Εβραίων επί των εχθρών τους.
   Η συμπεριφορά των θυμάτων χριστιανοπρεπής. Τα πρόσωπά τους μετά τον θάνατο μαρτυρούσαν την εσωτερική τους αγνότητα, μας λέει ο Χρ. Καστάνης.
   Ο Ανδρέας Μάμουκας μας διέσωσε ονομαστικό κατάλογο των θυμάτων παρέχοντας περισσότερες πληροφορίες γι’ αυτούς.
   Η λεηλασία, οι εμπρησμοί, οι σφαγές και η αιχμαλωσία των κατοίκων αφάνισαν κυριολεκτικά ένα νησί, που έσφυζε από ζωή. Από έναν πληθυσμό εκατόν τριάντα έως εκατόν πενήντα χιλιάδων κατοίκων, έμειναν στη Χίο λιγότεροι από δύο χιλιάδες.
   Βεβαίως οι Τούρκοι δεν έμειναν ατιμώρητοι για τα ανοσιουργήματα και τα εγκλήματά τους. Πανώλη ενέσκηψε και ορισμένα ζώα έγιναν ιδιαζόντως δηκτικά, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα. Εβραίοι και Αρμένιοι βοηθούν τους Τούρκους για να εξολοθρεύσουν τα ενοχλητικά ζώα. Γέμισε η Χίος από ποντικούς και γάτες που τρέφονταν από τα πτώματα. Οι γάτες μάλιστα τρελάθηκαν. Τις κατέλαβε ένα είδος υδροφοβίας, με συνέπεια να είναι το δάγκωμά τους δηλητηριώδες. Οι γάτες ένωσαν τις δυνάμεις τους με τις αγέλες των σκύλων, που σύχναζαν στην αγορά κρεάτων για τροφή.
    Το μέγα κακό εις βάρος της Χίου συντελέσθηκε τους μήνες Απρίλιος - Μάιος του 1822. Το νησί ήταν πια ένας σωρός ερειπίων. Η συμφορά της συγκίνησε όλο τον πολιτισμένο κόσμο και έγινε αφορμή να πυκνωθεί το υπέρ της Ελλάδος φιλελληνικό ρεύμα. Πλήθος περιηγητών, που επισκέφθηκαν τη Χίο μετά την καταστροφή, μας δίνουν συγκλονιστικές περιγραφές.
   Η συμφορά της Χίου απασχόλησε και θα εξακολουθεί να απασχολεί την επιστήμη, συγκίνησε λογοτέχνες και ζωγράφους, και κινητοποίησε τη δημοσιογραφία χάριν της ενημέρωσης της διεθνούς κοινής γνώμης και ευαισθητοποίησε τα Κοινοβούλια αρκετών χωρών6.
Δεν πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε ως πηγή πολύτιμη για την εποχή αυτή το βιβλίο του Στυλιανού Γ. Βίου. «Η Σφαγή της Χίου εις το στόμα του χιακού λαού»7, όπου καταγράφονται πολύτιμες ιστορικές ειδήσεις από αφηγήσεις αυτοπτών επιζώντων. Είναι στ’ αλήθεια συγκλονιστικές μαρτυρίες και ειδήσεις πολύτιμες για τα τραγικά εκείνα γεγονότα. Διαβάζοντας κάθε μαρτυρία ξεχωριστά, φέρνεις στον νου σου τον πίνακα του Ντελακρουά, αφού, όπως προσφυώς ελέχθη, οι παραστάσεις του Ντελακρουά και οι αφηγήσεις των αυτοπτών έχουν την ίδια συγκινησιακή ένταση και ζωντάνια. Βεβαίως, ο γενναίος Ψαριανός ναυτικός Κωνσταντίνος Κανάρης με την πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας εκδικήθηκε την καταστροφή της Χίου, γεγονός όμως που όξυνε την εκδικητικότητα των Τούρκων, αφού έσυραν εννιακόσιους φυλακισμένους από τις υπόγειες φυλακές του φρουρίου και τους θανάτωσαν, θερίζοντας μια πλούσια συγκομιδή Μαρτύρων που κραύγαζαν το «Μνήσθητί μου Κύριε...».
Κοραής: «Είχον χρείαν παρηγορίας»
    Ο μέγας διδάσκαλος του Γένους Αδαμάντιος Κοραής, συγκλονισμένος από την καταστροφή και τις σφαγές και αιχμαλωσίες των Χίων, γράφει στον εθνικό ευεργέτη Βαρβάκη:
    «Η τελευταία σου επιστολή 24 Μαΐου ήλθε εις καιρόν ότε είχον χρείαν παρηγορίας διά να μη σχάσω από το κακόν μου διά την απαρηγόρητον και απροσδόκητον συμφοράν της Χίου, την οποίαν αυτού ακόμη δεν γνώριζες...». Στη συνέχεια ζητεί εκλιπαρώντας τη χρηματική βοήθεια του Βαρβάκη, για την απελευθέρωση των Χίων αιχμαλώτων: «Τούτους όλους», γράφει «φαντάσου ότι τους έχεις έμπροσθέν σου αλυσοδεμένους, θρηνούντας και ζητούντας από τον Βαρβάκην βοήθειαν... Ενθυμείσαι, φίλε μου, ότι μία από τας αγαθοεργίας, διά τας οποίας ο Θεός ελέους και οικτιρμών βάλλει τους ελεήμονας εις τα δεξιά Του, είναι το “εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με...”. Σώσε, φίλε μου, από τον πειρασμόν της τυραννικής ασελγίας και της ασεβούς θρησκείας όσους δυνηθείς...». Όμως η απάντηση του Βαρβάκη είναι αρνητική. Ο μεγάλος ευεργέτης έχει εξαντλήσει τις οικονομικές του δυνατότητες. Ο Κοραής δεν πτοτείται. Είναι αποφασισμένος να πράξει το παν, στις επάλξεις του εθνικού αγώνα, για να υλοποιηθεί το όραμα της ελευθερίας. Ορθώνει λοιπόν τη φωνή της καρδιάς του ισχυρότερη, δραματικότερη, και εκλιπαρεί αυτός ο διαπρεπής λόγιος, ο ζητιάνος χάριν της πατρίδος, βοήθειαν. «Εάν ακριβέ μου φίλε», γράφει, «μετά την εξέτασιν βεβαιωθής ότι δύνασαι ακόμη να βοηθήσης τους αναστενάζοντας αιχμαλώτους αδελφούς μας, πρόσεχε (σε το λέγω με δάκρυα εις τους οφθαλμούς), πρόσεχε διά τους οικτιρμούς του Θεού, μη τους στερήσης την βοήθειαν ταύτην, διά να μη χάσης τον μισθόν όλων των περασμένων σου καλών έργων, αλλά στείλε πάραυτα εις βοήθειαν ή αργύρια, εάν αγαπάς... εάν περισσεύη τίποτε, διά να θεραπεύσης τας πληγάς της πατρίδος μας, δεν σου τα ζητώ εγώ. Φαντάσου ότι βλέπεις τον Χριστόν, επάνω εις τον Σταυρόν βρεγμένον με τα αίματά του και φωνάζοντα προς σε, τα πατρικά ούτα λόγια: Υιέ μου Βαρβάκη, πολλαί χιλιάδες αιχμαλώτων βαπτισμένων εις το όνομά μου, κινδυνεύουν την ώραν ταύτην να με αρνηθώσιν και να εναγκαλισθώσιν την βδελυράν θρησκείαν του Mωάμεθ. Iδού ο καιρός, βαφτισμένε εις το όνομά μου, αγαπητέ υιέ, να σώσης τους βαπτισμένους αδελφούς σου από τον τουρκικόν μολυσμόν8».
    Tο 1801 ο Kοραής γράφοντας στον Kοντόσταυλο σημείωνε μεταξύ άλλων: «H ηλικία μου δεν συγχωρεί να ελπίζω τα αδύνατα, να ίδω τον αφανισμόν των τυράννων της Eλλάδος. Παράγγειλε όμως κανέναν από τους εγγόνους σου, αν κατά τύχην έλθη ποτέ εις Παρισίους, να ζητήση τον τάφον μου και να μοι φωνάξη τρις: “Hλευθερώθη η Eλλάς από το άνομον Έθνος”». Aλλ’ ο Kοραής έζησε και είδε τους καρπούς των μόχθων του, είδεν ό,τι επόθησε και οραματίσθηκε.
   H Xίος, η ποτισμένη με αίμα ηρώων και μαρτύρων ζει και συνεχίζει την ιστορική, καθοριστική πορία της στον Aιγαιακό, γιατί όχι και στον παγκόσμιο χώρο.
    Δεκάδες χιλιάδες εσφάγησαν στο νησί το 1822. Kάποιων τα ονόματα είναι γνωστά. Kάποιοι άλλοι θυσιάστηκαν χωρίς επιδίωξη αναγνώρισης.
   Mπορεί η σελίδα της Iστορίας για την καταστροφή και τις Σφαγές της Xίου να φαίνεται σκοτεινή, αλλά και από τις σκοτεινές στιγμές της ιστορίας μας πάντοτε αναπηδούν πολιτιστικές αστραπές. 

ΠΗΓΗ: "ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ", ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΠΑΠΥΡΟΣ"

                                                                          www.istoria.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου