frontistirio

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Η Πηνελόπη Δέλτα οργανώνει αποστολές τροφών και ρουχισμού για τους πρόσφυγες στη Μυτιλήνη

    
Ξαπέστειλα το φούρναρη και πήγα ίσια στο Y.M.C.A, που ήξερα που μάζευε χρήματα για βοηθήματα. Βρήκα το διευθυντή, έναν ως εκεί πάνω, προστυχούτσικο άνθρωπο, που με δέχθηκε με καλόβουλο χαμόγελο. Του είπα πως θέλω στην προκυμαία ν' ανοίξω μαγειριά, οπωσδήποτε στεγασμένο, να δίνω σούπα και ψωμί σ' όσους φθάνουν πεινασμένοι.
-        «Εμείς να σας δώσουμε και σκηνές και καζάνια και φουφούδες και ό,τι θέλε­τε», μου είπε προθυμότατος. «Σας τα στήνομε και από σήμερα το απόγεμα. Θέλαμε να το κάνομε και μεις. Μα χρειάζεται άδεια. Και δε μας τη δίνουν. Αν την πάρετε, αρχίζομε αμέσως».
-        «Από ποιον εξαρτάται;»
Μου έδωσε όλες τις οδηγίες και πήγα στο υπουργείο. Με παρέπεμψαν στον αρμόδιο τμηματάρχη που με δέχθηκε αμέσως. Ήταν με­γαλόσωμος, μπατάλικος, προστυχούλης, με μαύρο μουστάκι και πομαδιασμένα μαλλιά, μα πρόσχαρος, πρόθυμος, γεμάτος καλή θέληση. Με δέχθηκε κα­θιστός και μου πρόσφερε μια καρέγλα.
Του είπα το όνομά μου. «Κόρη Μπενάκη νομίζω;» -«Μάλιστα», και του εξέθεσα την υπόθεση. «Θέλω ν' ανοίξω συσσίτιο για τους πεινασμένους. Δε ζητώ ούτε χρήματα ούτε εγκατάσταση. Τα έχω όλα. Ζητώ μόνο μια γραπτή άδεια για ν' αρχίσω σήμερα και να μην εμποδίσει ο αστυνόμος τη δουλειά μου». Και του διηγήθηκα την αποτυχία μου με τα ψωμιά του σταθμού. Είχε σταυρώσει τα χέρια του στο στομάχι του και με άκουε μ' ένα χαμόγελο που μαρτυρούσε κάποια στεναχώρια.
-        «Λυπούμαι, κυρία Δέλτα», μου είπε σαν τελείωσα. «Μα δεν μπορώ να σας δώσω άδεια».
-         «Γιατί;»
-        «Επειδή... Με συγχωρείτε, παρακαλώ μη με παρεξηγήσετε...»
-        «Αυτοί οι άνθρωποι φθάνουν πεινασμένοι, δεν έφαγαν από τη Σμύρνη, είναι γυμνοί, δεν έχουν πεντάρα!»
-        «Το ξέρω και ματώνει η καρδιά μου που τ' ακούω. Αλλά άδεια δεν μπορώ να σας δώσω, μου απαγορεύεται».
-        «Μα γιατί! Γιατί!»
-      «Γιατί... Με συγχωρείτε, κυρία Δέλτα, αλλά ξέρετε, τα πράγματα παν άσχημα, η θέση της κυβερνήσεως είναι δύσκολη, δε θέλει βενιζελική προπαγάντα...»
-     «Προπαγάντα; Πρόκειται να δώσω φαγί ζεστό σε πεινασμένους!»
-     «Και λίγη προπαγάντα είναι, νομίζετε, αυτή; Τ' όνομά σας...»
-     «Ποιος με ξέρει από τους Σμυρνιούς; Βάλετέ μου αστυνόμους βοηθούς, να παρακολουθούν, και αν κάνω προπαγάντα να μου κλείσουν το συσσίτιο!»
-     «Δεν αμφιβάλλω πώς εσείς δε θα κάνετε προπαγάντα. Μα θα μαθευτεί μετα­ξύ τους πως το συσσίτιο το ανοίξατε εσείς, πως είστε κόρη του Μπενάκη. Και αυτό δεν το θέλει η κυβέρνηση».
-     «Να πεθάνουν λοιπόν οι άνθρωποι αυτοί από την πείνα; Να που η κυβέρνη­ση δεν κάνει τίποτα!»
-      «Το ξέρω, και ματώνει η ψυχή μου... Ακούστε, κυρία Δέλτα, σας το λέγω εμπιστευτικώς, ήμουν κι εγώ βενιζελικός, ποιος Έλληνας δεν είναι; Μα τώρα στα πράματα... καταλαβαίνετε είμαστε υπάλληλοι, δεν είμαστε ελεύθεροι... Και φοβούνται την προπαγάντα...»
-     «Μα για ποιον δόθηκε η απαγόρευση; Για μένα; Όχι βέβαια. Δεν ξέρουν πως διαθέτω χρήματα. Άλλωστε και το Αμερικανικό Y.M.C.A. θέλησε ν' ανοίξει συσσίτιο και δεν του έδωσαν άδεια».
-     «Όχι, σε κανένα δε δίνουν. Η κυβέρνηση θα μεριμνήσει».
-     «Πότε; Αφού πεθάνουν όλοι;»
-      «Έχετε δίκαιο, τα κυβερνητικά μέτρα αργούν. Μα κάτι θα γίνει... Πιστέψετέ με, ματώνει η καρδιά μου...»
-     «Δεν υπάρχει ελπίδα; Αν πάγω στον υπουργό...»
-     «Δε θα σας δεχθεί».

    Έφυγα άπρακτη, βράζοντας από θυμό και μίσος. Πήγα πάλι στο Y.M.C.A.
-     «Nothing to do», μου είπαν.
Κάποιος Έλληνας υπάλληλος μου σφύριξε πως υπάρχει τρόπος, μέσον του Y.M.C.A. να στείλω τροφές και ρουχισμό στη Μυτιλήνη, όπου πρωτάραξαν τα φορτηγά γεμάτα πρόσφυγες, κι εκεί οι Αμερικάνοι θα τα μοίραζαν στους από­ρους. Μα χρειάζουνταν οργάνωση, αγορά υλικού, δε γίνουνταν σε 24 ώρες. Πήγα πάλι και είδα το διευθυντή. Δέχθηκε να το αναλάβει και άρχισε η δου­λειά.
Μα βγήκε διαταγή της Σοφίας, όλοι όσοι έχουν και διαθέτουν χρήματα για τους πρόσφυγες να της τα στείλουν, και κείνη, βασίλισσα πονόψυχη, θα φρόντιζε για τις ανάγκες των πεινασμένων κλπ.
Αγρίεψα. ... Έκανα τον ανήξερο και εξακολούθησα τη μυστική μου οργάνωση με Έλληνες υπαλλήλους και μέλη του Y.M.C.A. που θα πήγαιναν και θα μοίραζαν οι ίδιοι τις αποστολές μου στη Μυτιλήνη.

Ελευθέριος Βενιζέλος, Αρχείο της Π.Σ. Δέλτα, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1988, σσ. 122-124
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου